Ξημερώματα Δευτέρας στο αχανές αεροδρόμιο του Τελ-Αβίβ.
Shalom!
Στην είσοδο του αεροδρομίου σφραγίζουμε τη βίζα μας (ισχύει για 3 μήνες…).
Το αεροδρόμιο σαν διαστημόπλοιο . Πρώτη εικόνα: Ένας υπερορθόδοξος εβραίος με όλη την χαρακτηριστική αμφίεση , σ’ ένα περίεργο δίκυκλο (ηλεκτρικό πατίνι ) , τρέχει να προλάβει. 5:00 η ώρα , ξημερώματα Δευτέρας , ψυχρούλα της Μέσης Ανατολής. Το φεγγαράκι λάμπει απτόητο .Οι Ισραηλινοί μας καλωσορίζουν ( διεκπεραίωση πίσω απ την ευγένεια ) . Φάτσες με γαμψές μύτες . Ένας κοκκινοτρίχης με γένια (Mr. Shifman) μιλάει κάτι κουτσά γαλλικά , όσο για να συνεννοηθούμε. Εγώ πάλι προσπαθώ να κρατήσω τον έλεγχο αναμειγνύοντας γαλλικά, αγγλικά με ελληνικούρες. « Tell me something my friend…». Μπαίνουμε στο πούλμαν.
Έξω χαράζει. Φωτεινά σήματα με εβραϊκή γραφή . Βενζινάδικα . Προκάτ εργατικές πολυκατοικίες. Ελάχιστη βλάστηση. Δρόμοι καλοί , αερογέφυρες, πράσινες ταμπέλες που φωσφορίζουν απ τα φώτα μας στον αυτοκινητόδρομο . Στο δρόμο ψυχή .
Ιερουσαλήμ, τόσα χιλιόμετρα…
Σαν ψέμα μου φαίνεται .
Ξενοδοχείο σε κάποιο καλοκαιρινό θέρετρο κοντά στο Τελ Αβίβ .
Άσπρη άμμος , άνοστη θάλασσα . Ψηλά φοινικόδεντρα. Εντελώς κάθετα. Σαν σχεδιασμένα απ τον David Hockney.
Καθώς μπαίνω στο δωμάτιο βλέπω απ την μπαλκονόπορτα . Ξημερώνει. Κάποιος τρέχει στην παραλία. Το αγιάζι δυναμώνει. 5: 45 . Μετά θα έρθει ο ήλιος της Μέσης Ανατολής. Αύριο θα πάμε στην Ιερή πόλη .
Ξυπνάμε αργά . Κανονίζουμε να πάμε Ιερουσαλήμ…
«Ιερουσαλήμ , ακυβέρνητη πολιτεία
Ιερουσαλήμ, πολιτεία της προσφυγιάς»
Στο δρόμο ξανά . Στην αρχή επίπεδη γη. Πρώην έρημος που πρασίνισε απ το πείσμα των ανθρώπων . Καλλιέργειες , μεσογειακή βλάστηση, φιλική στο μάτι ενός Έλληνα . Απ το ράδιο του πούλμαν ακούγονται (επίτηδες 😉 ελληνικά τραγούδια , διασκευασμένα στα εβραϊκά. Κάποιες φοινικιές πάλι, ελαιόδεντρα, ευκάλυπτοι. Λίγο πράσινο ξανά . Άσπροι βράχοι . Λοφίσκοι . Πλησιάζουμε στην Ιερουσαλήμ. Μποτιλιαρίσματα . Ουρές, ατυχήματα στην άσφαλτο, τσακωμοί , τριχωτά χέρια ξεπροβάλουν απ τα αμάξια, νευριασμένα. Υστερία κάτω απ το λιοπύρι. Εικόνες τόσο ελληνικές. Ανεβαίνουμε, υψόμετρο , φτάνουμε στην Ιερή Πόλη. Ο Χριστός έμπαινε με γαϊδουράκι , εμείς πάλι με βανάκι . Tώρα ο ραδιοπαραγωγός παρουσιάζει σκυλοπόπ . Ισραηλινό. Σαν ελληνικό είναι κι αυτό .
Ιερουσαλήμ «το κέντρο του κόσμου».
Όλα είναι στο χρώμα της άμμου . Κι αν κάτι είναι λευκό έχει σχεδόν πάντα μέσα του μια στάξη ώχρας . Μπαίνουμε , τίποτα δεν σε προϊδεάζει για ό,τι θα ακολουθήσει. Στην αρχή βλέπεις μια σύγχρονη πόλη , αφίσες της ροκ επάνω σε νεόκτιστα (από πέτρα όμως). Δεν επιτρέπεται άλλο υλικό εκτός της υπόλευκης πέτρας . Ακόμα και τα νεώτερα κτήρια , όπως αυτά που συναντώ τώρα , ντύνονται στην αρχή με σκυρόδεμα και μετά στρώνονται με πέτρα. Κόσμος πάει κι έρχεται. Υπερορθόδοξοι , κατά δεκάδες πια: μαύρα καπέλα, μαύρο μακρύ σακάκι , γενειάδα ( ακόμα και τα παιδιά , με τα χαρακτηριστικά μαύρα ρούχα, και με μια μακριά μπούκλα που κρέμεται μπροστά από κάθε αυτί , μόνο η γενειάδα λείπει) . Κι όλοι βιαστικοί , σαν κουρδισμένοι κάτω απ το δυνατό ήλιο του προχωρημένου μεσημεριού . 15:30 , ώρα Ισραήλ. Ο Ισραηλινός οδηγός μας δεν ξέρει τι θέλουμε να δούμε, έρχεται πρώτη φορά κι αυτός εδώ (!) Ξύνει συνεχώς το κιπά του με απορία (το κάλυμμα κεφαλής που φοράνε οι Ισραηλίτες) . Περιπλανιόμαστε μέσα στην πόλη ζητώντας τον ναό της Αναστάσεως. Τελικά ο οδηγός, μας αφήνει κάπου (στην αραβική περιοχή ). Τα μαύρα καπέλα εξαφανίζονται και δίνουν τη θέση τους στις μαντήλες και τις κελεμπίες . Ρωτάω τον οδηγό , μήπως υπάρχει κίνδυνος ; Μου απαντάει πως γι αυτόν αν κατέβει , υπάρχει, για μας όμως όχι. Κι όλα αυτά μ’ ένα ατάραχο ύφος. Πριν από 2 χρόνια υπήρχε μεγάλος κίνδυνος , τώρα όχι…
Κατεβαίνουμε απ το βαν , μας υποδέχεται ένας Παλαιστίνιος ο Μοχάμεντ. Είμαστε πια σε άλλα χέρια. Μας οδηγεί σ’ ένα μέρος σαν κήπο. Μας λέει κάτι ανακρίβειες « Ο κήπος του τάφου του Χριστού» κάτι τέτοια. Μας φαίνεται απάτη. Του ζητάμε το Γολγοθά. Το τόπο του μαρτυρίου. Το σημείο της σταύρωσης . Και φυσικά το ναό της Ανάστασης. Μπαίνουμε στο παζάρι. Μας προειδοποιεί να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί με τις τσάντες μας και τα λεφτά μας γιατί υπάρχουν πιτσιρίκια που σαν μύγες κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Εγώ , μάλιστα, φέρνω το γκρίζο σακίδιο μου προς τα εμπρός , ν’ ακουμπάει στο στήθος μου. Φόβος και περιέργεια. Αχόρταγη επιθυμία να τα δεις όλα. Να τα μάθεις όλα.
Μπαίνοντας στο παζάρι , όλοι μας κοιτάζουν κάπως κουμπωμένοι, μπορεί επειδή κι εμείς τους κοιτάζουμε έτσι ή και χειρότερα , δεν ξέρω. Αραβική μουσική παίζει από ένα κασετόφωνο . Παιδιά σε κοιτάζουν στις γωνίες, χοντρές γυναίκες πουλάνε πλαστικές παντόφλες. Άλλοι πουλάνε φρέσκα αμύγδαλα. Άλλοι μπαχαρικά . Άλλοι μόνο καυτερές πιπεριές . Ψάρια στο ενυδρείο. Ψευδαισθητικές φωτογραφίες της Μέκκας με λαμπιόνια σε χρυσές κορνίζες. Ναργιλέδες, μπακλαβάδες, χαλβάδες. Ψωνίζουμε κάτι μηλοπιτάκια (!) για να χορτάσουμε. Τουλάχιστον αυτά φαίνονται κάπως ασφαλή. Θέλει μεγάλο ρίσκο εδώ για να φας ένα ντονέρ . Ο Μοχάμεντ μας κάνει πάσα σ’ ένα γέρο ( δεν θυμάμαι τα’ όνομα του ) αυτός θα μας πάει από την VIA DOLOROSA ( την Οδό των Παθών ) και θα μας αφήσει μετά στον τόπο της Ανάστασης. Στο ναό που έκτισε η Αγία Ελένη. Ο δρόμος των παθών , ο Γολγοθάς , ένας λοφίσκος με ύψος 700μ, όλος κτισμένος πια. Και πολύβουος.
Πρόσωπα πολλά . Ιερωμένοι όλων των εκκλησιών του Χριστιανισμού. Αρκετοί Γιαπωνέζοι τουρίστες επίσης. Ο γέρος ξεναγός μας δείχνει τα σημεία, ένα προς ένα, σαν να είναι βήματα ενός παιχνιδιού, για κάποιον κρυμμένο θησαυρό ας πούμε . Εδώ δίκασαν τον Ιησού , εδώ τον διαπόμπευσαν, εδώ σταμάτησε και συνάντησε τον Σίμωνα τον Κυρηναίο, εδώ τη Μαρία, εδώ έπεσε κάτω απ την εξάντληση ( σε μερικά σημεία σώζεται το πλακόστρωτο στο οποίο περπάτησε , ή κομμάτια του τοίχου απ τον οποίο κρατήθηκε όταν το σώμα του λύγιζε υπό το βάρος του σταυρού – πληροφοριακά ο σταυρός ζύγιζε 45 κιλά και είχε ύψος 2 ½ μέτρα). Ο Χριστός , λέγεται πως έκανε 14 στάσεις πριν φτάσει στο λόφο του μαρτυρίου. Είναι όλα εκεί σημειωμένα , με κάθε λεπτομέρεια , σαν οδηγίες μιας τραγικής – τραγικότατης – χορογραφίας. Ο δρόμος γίνεται ανηφορικός. Το παζάρι όμως συνεχίζει. Εκεί που ο Χριστός μαρτύρησε, εκεί τώρα πουλάνε μπακλαβάδες. Είναι μια ζωντανή αγορά. Ένα πολύχρωμο παζάρι. Μπορεί και τότε να ήταν έτσι. Ένα παζάρι , ένας όχλος από φωνακλάδες – αλλά δειλούς κατά βάθος- που καταδικάζουν τυφλά . Θυμήθηκα κάτι πίνακες του Ντωμιέ . Δεν θυμάμαι ποιόν ακριβώς. Ο γέρος μας δείχνει το σημείο που Πόντιος Πιλάτος είπε «Ιδού ο Άνθρωπος» και επίσης «Νίπτω τας χείρας μου» …
Ανεβαίνουμε κι άλλο . Ο μαρτυρικός Γολγοθάς. Η ιερότητα του χώρου σου επιβάλλεται αθόρυβα . Συγκλονιστική εικόνα: Αιθίοπες μοναχοί προσεύχονται σιωπηλά σε δυο γωνίες. Μας βλέπουν και κλείνουν τα βιβλιαράκια τους, είναι μαύροι , με μαύρα ράσα και κάτασπρα μάτια. Η περιοχή αναβλύζει ατμόσφαιρα Καινής Διαθήκης. Υπάρχουν εδώ Κόπτες, Αρμένιοι, Καθολικοί με γκρίζα άμφια και φαρδιές κουκούλες (και με ψηφιακές μηχανές στο χέρι ) και φυσικά πολλοί Ορθόδοξοι . Μπαίνουμε στο ναό που έκτισε η Αγία Ελένη του Βυζαντίου , μετά το σχετικό όραμα, ότι εδώ βρισκόταν ο Μαρτυρικός Σταυρός ( ο από ξύλο ελιάς φτιαγμένος ) . Ο Ναός της Σταυρώσεως, της Αποκαθηλώσεως, της Αναστάσεως. Κατάνυξη. Ένα εκκλησιαστικό όργανο παίζει στο βάθος κάνοντας την ατμόσφαιρα ακόμη πιο υποβλητική. Ένα λεπτό άρωμα παντού. Ουρές πιστών. Παπάδες διαφόρων εθνικοτήτων και δογμάτων κάθονται σε διάφορες γωνίες του Ναού. Υπάρχει ένας παπάς , Έλληνας από την Άνδρο. Μας μιλάει για τα πρόσφατα γεγονότα με τον Ειρηναίο. Την Παρασκευή ήταν χειρότερα. Σήμερα Δευτέρα έχουν κοπάσει τα πράγματα. Το παιχνίδι με τα σημεία συνεχίζεται: εδώ κάρφωσαν τον Ιησού στον Σταυρό, εδώ είναι το σημείο της Σταυρώσεως. Σκύβουμε να προσκυνήσουμε. Υπάρχει ακόμα εκείνος ο βράχος. Τον χαϊδεύω. Μετά κατεβαίνουμε στον τόπο της Αποκαθηλώσεως. Εδώ τύλιξαν τον Ιησού με καθαρά σεντόνια. Δροσερό μάρμαρο , κι από πάνω 8 καντήλια. Και τέλος ο Ναός της Αναστάσεως. Η σπηλιά οπού όλα τελείωσαν και όλα ξανάρχισαν. Πέθαναν και ξαναγεννήθηκαν. Ένας ζωηρός ορθόδοξος παπάς μας βάζει κατά ομάδες 4 ατόμων. Μας λέει πως είμαστε πολύ τυχεροί που βρισκόμαστε εδώ. Τον ακούω σαν ζαλισμένος. Μπαίνω μέσα. Προσπαθώ να κάνω μιαν ευχή . Δίπλα η Κ.Κ. κλαίει με αναφιλητά , συγκινημένη. Τα στήθη της ακουμπάνε στο κρύο μάρμαρο. Στο πορτάκι πίσω απ την Παναγία βλέπω μια μαύρη πέτρα απ την Ιερή Σπηλιά. Λένε πως αναβλύζει φυσικό άρωμα. Σκύβω να μυρίσω, περιέργως ναι. Βγαίνουμε κι ένας παπάς μας αρχίζει στο μπλα μπλα. Είναι από την ορεινή Ναυπακτία , ήταν παντρεμένος με δυο παιδιά , με δουλειά , αυτοκίνητο , ζούσε στην Αθήνα, αλλά κοντά στο Χριστό βρήκε τη σωτηρία. Μιλάει σχεδόν αγοραία γλώσσα: “Ο βράχος που βλέπετε εδώ είναι ορίτζιναλ από τότε..’’ Μας δίνει λαδάκι σ’ ένα μικρό δοχείο . Μου θυμίζει πλασιέ.
Βγαίνουμε έξω . Ο ήλιος δύει . Ωρα 17:45. Δροσίζει απότομα, η ωραιότερη ώρα. Ατμόσφαιρα πασχαλινή . Ένα κοκτέιλ άνοιξης και μελαγχολίας. Καμπάνες χτυπάνε στο βάθος. Ο ιμάμης απ την άλλη καλεί κι αυτός το δικό του θεό. Φωνή ηλεκτρική. Μπαίνουμε ξανά στο παζάρι με τα ευτελή διαμάντια , τους ταπεινούς θησαυρούς. Αγοράζω δυο CD . Θέλω γυναικείες φωνές του αραβικού κόσμου. Fayrouz και Umm Kulthum. 2 ½ ευρώ το ένα , τόσα shekel . Άλλοι αγοράζουν παλαιστινιακές μαντήλες , λες και δεν έχει στο Μοναστηράκι… Άλλοι κελεμπίες (για τις απόκριες…) . Βλέπω κάτι μπουκαλάκια , πολύχρωμα. Ο ήλιος έδυσε . Αρχίζει η ψύχρα. Θέλω να πάω σπίτι μου, στο όποιο σπίτι μου . Ο οδηγός μας περιμένει ανυπόμονα. Χαιρετάμε πληρώνοντας τον παλαιστίνιο ξεναγό μας , τον Μοχάμεντ. Τα πρώτα φώτα της Ιερουσαλήμ ανάβουν . Οι κάτοικοι της με τα κιπά τους τρέχουν να προλάβουν ένα λεωφορείο.
Μπαίνουμε στο πούλμαν , χωρίς να έχουμε χωνέψει αυτά που είδαμε. Βγαίνουμε σε έναν αυτοκινητόδρομο που θυμίζει τη δική μας Αττική Οδό. Ηρεμώ χαζεύοντας πότε τα βενζινάδικά και τους σκοτεινούς λοφίσκους έξω και πότε ένα κοντσέρτο δεινοσαύρων στη μικρή οθόνη του πούλμαν.
28/3/2005