Το «Δρομάκι» του Βερμεερ
Χαζεύω πάλι αυτό τον πίνακα, κάνοντας μια μικρή στάση για να ξεκουραστώ , απ τα , συχνότατα άσκοπα, σχεδόν ψυχοφθόρα, καθημερινά πέρα δώθε στο ιντερνετ . Για να το πω καλύτερα, χαζεύω πάντα, σαν παιδάκι που όλα το εκπλήσσουν , παρατηρώντας το «Δρομάκι» (1659-60) του Vermeer . Με ελκύει , σχεδόν με ρουφάει , η υποβλητική ηρεμία αυτού του , κατά τ’ άλλα μικρής κλίμακας ( 54,3 Χ 44 cm ) , πίνακα. Δεν είναι ομορφιά ακριβώς, δεν είναι αυτό το βασικό στοιχείο του . Ένας δρόμος μονότονος, όλο τούβλα είναι , αν το δεις αποστασιοποιημένα. Είναι που μπαίνω εντελώς μέσα σ’ αυτή τη κλειστοφοβική ατμόσφαιρα μιας ασήμαντης γειτονιάς του Delft του 17ου αιώνα . Κι αυτό το καταφέρνει η καλή ζωγραφική πιο καλά από οποιοδήποτε 3D τέχνασμα . Μυρίζεις την υγρασία, τη λάσπη , φαντάζεσαι τον ήχο νερού που αναδεύεται στο πλυσταριό στο βάθος, τις ομιλίες παιδιών που κάτι παίζουν στο έδαφος , και τη μουρμούρα της κυρίας που κεντά στην ανοιχτή πόρτα δεξιά. Είναι ο ρεμβασμός που χαρακτηρίζει αυτό το έργο , και θυμάμαι έναν απ τους δάσκαλους μου στη σχολή , τον Μπότσογλου , που τόσο επέμενε σ’ αυτόν τον όρο .
Ο ζωγράφος επιλέγει ένα τέτοιο σημείο φυγής για τον πίνακα , χαμηλά, λες και ζωγραφίζει καθιστός στο λασπωμένο έδαφος, ώστε ο θεατής να μην μπορεί ν’ αποδράσει απ τη ρουτίνα αυτής της μικρής συντηρητικής κοινωνίας . Ακόμη κι ο ουρανός , γκρίζος και βαρύς όπως είναι πάντα ο ουρανός στο Delft , δείχνει απαγορευτικός, ακατάλληλος για οποιαδήποτε φυγή.
Όταν δεν μπορώ να κοιμηθώ , ανακαλώ συχνά την ατμόσφαιρα αυτού του «πορτραίτου ενός δρόμου». Προσπαθώ να φανταστώ ακόμα και την εικόνα του ίδιου του ζωγράφου που ήρεμος και υπομονετικός , ζωγραφίζει τα κτήρια , απλώνει πρώτα ένα κοκκινωπό γενικό χρώμα και μετά με το λεπτό πινελάκι του βουτάει στο χρώμα, το γκρίζο ανοιχτό , και ζωγραφίζει τα τούβλα , ένα ένα .
Αυτά σκέφτομαι και περιέργως αποκοιμιέμαι .
Πηγή : http://www.essentialvermeer.com/